Αποκατάσταση Μαθησιακών Δυσκολιών
Οι διαταραχές της μάθησης είναι ένα φαινόμενο που το συναντούμε όλο και συχνότερα στην σχολική τάξη και εκδηλώνεται με σημαντικές ελλείψεις στον τομέα των σχολικών δεξιοτήτων. Ο πιο συνηθισμένος όρος αυτών των ιδιαιτεροτήτων είναι «Μαθησιακές Δυσκολίες».
Στο πλαίσιο των Μαθησιακών Δυσκολιών αναφέρονται και ανιχνεύονται διάφορες γνωστικές ιδιαιτερότητες, που εξαρτώνται από πολλούς και διαφορετικούς παράγοντες, είτε εγγενείς, είτε περιβαλλοντικούς.
Ο όρος αυτός αναφέρεται σε μία ομάδα διαταραχών, οι οποίες εκδηλώνονται με σημαντικές δυσκολίες στην ακουστική διάκριση, την ομιλία, την κατανόηση, την ανάγνωση, την γραφή και τα μαθηματικά.
Οι Μαθησιακές Δυσκολίες διακρίνονται σε δύο κατηγορίες, τις Γενικευμένες και τις Ειδικές Μαθησιακές Δυσκολίες.
Η πρώτη κατηγορία σχετίζεται με γενικευμένες δυσκολίες που συνυπάρχουν με προβλήματα σε όλους τους μαθησιακούς τομείς και συχνά αλληλοκαλύπτονται. Διάφοροι τομείς, όπως τα μαθηματικά, η ορθογραφία, η κατανόηση, η ανάγνωση, η γραπτή έκφραση, καθώς επίσης και η προφορική έκφραση είναι αυτοί στους οποίους παρουσιάζονται οι μεγαλύτερες δυσκολίες.
Αυτού του είδους οι δυσκολίες συνήθως παρουσιάζονται σε παιδιά που έχουν διαγνωσθεί με αναπτυξιακές διαταραχές (Διαταραχές Αυτιστικού Φάσματος, Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής και Υπερκινητικότητας), νοητική υστέρηση, διαταραχές της διάθεσης, ή σε παιδιά που είναι αλλόγλωσσα ή ζουν σε στερητικό από άποψη περιβαλλοντικών ερεθισμάτων, έχοντας αρκετά σχολικά κενά.
Η δεύτερη κατηγορία, αφορά σε παιδιά τα οποία, αν και το νοητικό τους δυναμικό είναι υψηλό (βρίσκονται τουλάχιστον στον μέσο όρο και πλέον), παρουσιάζουν δυσκολίες κυρίως στο γραπτό λόγο. Σε αυτήν την κατηγορία ανήκουν μαθησιακές δυσκολίες όπως η δυσλεξία, η δυσγραφία, η δυσορθογραφία και η δυσαριθμησία. Θεωρούνται εγγενείς, με κληρονομική προδιάθεση και δεν οφείλονται σε νοητική υστέρηση, συναισθηματικές διαταραχές, περιβαλλοντικές ελλείψεις ή σχολικά κενά.
Η διάγνωση αυτών των δυσκολιών γίνεται με την χρήση διαφόρων διαγνωστικών – ψυχομετρικών εργαλείων (συνήθως μετά το τέλος της δευτέρας τάξης του Δημοτικού σχολείου, την περίοδο κατά την οποία έχει ολοκληρωθεί πλήρως η διαδικασία της εκμάθησης της ανάγνωσης και της γραφής), όπως της δοκιμασίας WISC, καθώς και άλλων δοκιμασιών όπως το Αθηνά Test. Όσο νωρίτερα γίνει η διάγνωση και η παρέμβαση, τόσο θετικότερα αποτελέσματα παρουσιάζονται στην σχολική επίδοση ενός παιδιού.
Στο ΔΕ.Κ.Α. η αντιμετώπιση – αποκατάσταση αυτών των δυσκολιών γίνεται με γνώμονα την διεπιστημονικότητα, αφού συχνά συνυπάρχουν, εκτός των αμιγώς μαθησιακών προβλημάτων και διάφορα άλλα, συνήθως συναισθηματικής- ψυχολογικής φύσης. Έγκαιρη και σωστή, από ειδικευμένο προσωπικό, διάγνωση και αποκατάσταση μπορούν να διευκολύνουν και να βελτιώσουν σε πολύ σημαντικό βαθμό την σχολική επίδοση ενός παιδιού και κατά συνέπεια την καθημερινότητά του.
Στο ΔΕΚΑ οι εξειδικευμένοι συνεργάτες μας αντιμετωπίζουν σφαιρικά και με εξατομικευμένο πρόγραμμα κάθε παιδί και την οικογένειά του. Η αντιμετώπιση των μαθησιακών δυσκολιών κάθε τύπου πραγματοποιείται από ειδικούς παιδαγωγούς, άριστα εκπαιδευμένους – εξειδικευμένους, διαφορετικούς για κάθε ηλικιακή ομάδα. Ο έφηβος με μαθησιακές δυσκολίες απαιτεί διαφορετικούς χειρισμούς από ένα παιδί, γι’ αυτό και οι παιδαγωγοί μας είναι εξειδικευμένοι στις ιδιαίτερες αυτές ανάγκες.
Η συνεργασία με το σχολείο καθώς και η εκπαιδευτική συμβουλευτική των γονέων αποτελούν σημαντικό στοιχείο της παρέμβασης, εξυπηρετώντας ουσιαστικά οποιοδήποτε θέμα τυχόν προκύπτει, είτε στο ίδιο το παιδί, είτε στο οικογενειακό, είτε στο σχολικό του περιβάλλον.